Χαιρετισμός του Προέδρου της IMMIGRATIO στην εκδήλωση “Η Μεταναστευτική Πολιτική στο επίκεντρο”

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 22.03.2018.

Αξιότιμε κύριε Υπουργέ,

Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε του Δ.Σ.Θ.,

Αξιότιμε κύριε Ταξίαρχε,

Κυρίες-οι δικαστικοί λειτουργοί,

Κύριε Συντονιστή, κυρίες-οι Διευθυντές, Προϊστάμενοι και εργαζόμενοι της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας – Θράκης,

Αγαπητές-οι συνάδερφοι δικηγόροι, μέλη του Δ.Σ.Θ. και μέλη της Ε.Νο.Με.Δ. IMMIGRATIO,

Καλησπέρα!

Σας καλωσορίζουμε στη σημερινή επιστημονική μας εκδήλωση, την 5η στην έδρα της Ένωσής μας, τη Θεσσαλονίκη και την 11η συνολικά, σε ολόκληρη την Ελλάδα, στα 5 μόλις χρόνια από την ίδρυση της IMMIGRATIO. Προβληματιζόμαστε, συζητάμε αλλά και προτείνουμε, ακόμη μία φορά, για τα ζητήματα μετανάστευσης, προχωρώντας όμως σήμερα ένα βήμα πέρα από την εφαρμογή της νομοθεσίας: ανιχνεύουμε αλλά και ακούμε με προσοχή τις σκέψεις και προθέσεις της πολιτικής ηγεσίας, με την ευκαιρία της παρουσίας και συμμετοχής στην εκδήλωσή μας του αρμόδιου Υφυπουργού Γιάννη Μπαλάφα, τον οποίο θέλω, εκ μέρους της IMMIGRATIO αλλά και προσωπικά, να ευχαριστήσω ειλικρινά, για το ενδιαφέρον που επέδειξε από την πρώτη στιγμή της επαφής μας. Φυσικά, ευχαριστώ ειλικρινά τον Πρόεδρο και το Δ.Σ. του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης για την εξαιρετική συνεργασία (και την Κατερίνα Μάρου, βεβαίως) αλλά και τη συντονίστριά μας, τη δημοσιογράφο Φένια Κλιάτση, για την αποδοχή της πρόσκλησης αλλά και τον ξεχωριστό τόνο που θα δώσει στη σημερινή εκδήλωση. Η μεταναστευτική πολιτική στο επίκεντρο λοιπόν!

Ποια είναι όμως η ελληνική μεταναστευτική πολιτική κατά την τελευταία τουλάχιστον 3ετία, από την ανάληψη δηλαδή της εξουσίας από τη σημερινή κυβέρνηση; Ποιες οι παρεμβάσεις, τόσο σε νομοθετικό επίπεδο όσο όμως και στο πολυσυζητημένο ζήτημα εφαρμογής της νομοθεσίας; Γιατί, κύριε Υπουργέ, θα σας πω χωρίς ίχνος υπερβολής, ότι τόσο το Κοινοβούλιο όσο και τα αρμόδια Υπουργεία ήταν και συνεχίζουν να είναι πολύ μακριά από την ‘πρώτη γραμμή. Σχηματικά, ξέρετε πόσο απέχουν η Ευαγγελιστρίας και η Σταδίου από την Τάκη Οικονομίδη και τον Πολύγυρο Χαλκιδικής; όχι μόνο 500 ή 580 χλμ. αντίστοιχα, θα έλεγα ότι συχνά απέχουν ‘έτη φωτός’!

Ας δούμε λοιπόν ποιες ήταν οι νομοθετικές παρεμβάσεις της σημερινής κυβέρνησης, αναφορικά με τη λεγόμενη ‘αδειοδότηση‘ των υπηκόων τρίτων χωρών:

1. Η πρωτοβουλία εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 1 & 2 του Ν.4018/2011 με την Κ.Υ.Α. 2816/2017 και την Εγκύκλιο 7/2017 – μετά δηλαδή από 6 ολόκληρα χρόνια – για τη “λήψη βιομετρικών δεδομένων και την έκδοση αδειών διαμονής ενιαίου τύπου με τη μορφή του αυτοτελούς εγγράφου” και

2. Ο “ανακαθορισμός αρμόδιων αρχών έκδοσης αδειών διαμονής για εξαιρετικούς λόγους”, με τη μεταβίβαση αρχικά μέρους της αρμοδιότητας (αιτούντες κάτοχοι οριστικού τίτλου διαμονής εντός της τελευταίας δεκαετίας) – με την τροποποίηση του άρθρου 19 του Ν.4251/2014και στη συνέχεια του συνόλου αυτής (αιτούντες χωρίς οριστικό τίτλο διαμονής εντός της τελευταίας δεκαετίας) – με την έκδοση της Κ.Υ.Α. 58114/2016από το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής στις ‘υπηρεσίες μιας στάσης’ (;) των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων.

Δεδομένου λοιπόν ότι για την πρώτη περίπτωση δεν υπάρχει κάτι αξιοσημείωτο, θα επικεντρώσω τις επισημάνσεις μου στη λεγόμενη ‘ανακατανομή αρμοδιοτήτων’ η οποία, παρά τις πανηγυρικές κορώνες ορισμένων κατά την ανακοίνωση εφαρμογής της, δημιούργησε τελικά περισσότερα προβλήματα από όσα κατάφερε να επιλύσει.

Ας ξεκινήσουμε λοιπόν από τις εκκρεμότητες που ‘άφησε πίσω της’ αυτή η εξέλιξη:Αιτήσεις για εξαιρετικούς λόγους που υποβλήθηκαν και εκκρεμούν στο Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, εξετάζονται από την αρχή στην οποία υποβλήθηκαν…”, ορίζει ο νομοθέτης στην §24 του άρθρου 8 του Ν.4332/2015. Σήμερα, 2 ½ και πλέον χρόνια μετά, χιλιάδες εκκρεμείς αιτήσεις χορήγησης άδειας διαμονής για εξαιρετικούς λόγους βρίσκονται στοιβαγμένες στα γραφεία της οδού Ευαγγελιστρίας, σπάζοντας όλα τα ‘ρεκόρ αναμονής’ αφού χρονικό σημείο εξέτασης είναι ακόμη ο Απρίλιος του 2015! Η δε δυνατότητα κατάθεσης νέας αίτησης αλλά και νέου φυσικού φακέλου στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις (Εγκύκλιος 13/2017) δεν αποτελεί φυσικά υπεύθυνη αλλά και εν τέλει αποτελεσματική λύση, αφού τα περιβόητα ‘ραντεβού’ στις κατά τόπο υπηρεσίες προσθέτουν από 6 έως και 9 μήνες αναμονής. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας και όλο το ιστορικό αυτής ‘πρωτοβουλίας’, μπορώ να πω χωρίς δόση υπερβολής ότι οι φάκελοι των αιτούντων – με τα 300άρια παράβολα μέσα, να μην το ξεχνάμε – έχουν γίνει κυριολεκτικά ‘μπαλάκι’ μεταξύ των υπαλλήλων του Υπουργείου και αυτών των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, με την κατάσταση να φτάνει στα όρια του εκβιασμού!

Αφού λοιπόν αναφέρθηκα στη διαδικασία των περιβόητων ‘ραντεβού’, θα προχωρήσω και στο γενικότερο ζήτημα της εξυπηρέτησης των αλλοδαπών αλλά και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους από τις αρμόδιες Διευθύνσεις και τα Τμήματα των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων. Μπορούν δημόσιες υπηρεσίες να “κλείνουν τις πόρτες”, περιορίζοντας υπερβολικά το ‘ωράριο εξυπηρέτησης’, καθορίζοντας ακόμη και ημερομηνίες παραλαβής αιτημάτων μετά από μήνες; Δικαιούται ο Συντονιστής – ένας δημόσιος λειτουργός δηλαδή – να μην απαντά καν σε έγγραφο – και μάλιστα 2 φορές – του Προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, αναφορικά με την τήρηση νόμου του κράτους, του Κώδικα Δικηγόρων (Ν.4194/2013), για την είσοδο και εξυπηρέτηση συναδέρφων στις δημόσιες υπηρεσίες; Και μου κάνει εντύπωση ότι ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου – το πολιτικό δηλαδή πρόσωπο – αναλαμβάνει πρωτοβουλία κάλυψης παρόμοιων συμπεριφορών, με αιτιάσεις του τύπου «λαμβάνοντας υπόψη την πίεση που ασκείται στην υπηρεσία» ή «για να σταθμίζονται οι προτεραιότητες», καταλήγοντας στο σταθερό και ανεξίτηλο, εδώ και δεκαετίες, ‘επιχείρημα’, ότι «η υπηρεσία αντιμετωπίζει, εδώ και χρόνια, σημαντικό πρόβλημα στελέχωσης»! Εδώ λοιπόν διακρίνω τουλάχιστον μία αντιφατικότητα: το Υπουργείο επικαλείται το πρόβλημα, για να το λύσει ποιος; ο Συντονιστής; ο Διευθυντής; ο Προϊστάμενος; οι δικηγόροι; μήπως οι αλλοδαποί; Καλώς ή κακώς, τα προβλήματα των υπηρεσιών δεν μπορούν να φορτωθούν στις πλάτες των διοικουμένων!

Θέλω όμως να επιστρέψω στο θέμα της εφαρμογής της νομοθεσίας, η οποία γίνεται συνήθως «κατά το δοκούν», ξεκινώντας από τις ‘ερμηνευτικές’ εγκυκλίους του Υπουργείου που τροποποιούν – συνήθως περιορίζοντας – το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων, συχνά μάλιστα αντιφατικές μεταξύ τους, μέχρι την πρακτική ενός εκάστου εκ των υπαλλήλων υποδοχής των υπηρεσιών. Οι οποίοι βέβαια, για να τα λέμε όλα, συχνά βαδίζουν κυριολεκτικά «στα τυφλά», χωρίς εκπαίδευση, ακόμη και χωρίς τεχνική υποστήριξη στο χειρισμό του ‘δαιδαλώδους’ πληροφοριακού συστήματος. Πολλά τα επιμέρους ζητήματα, θα εστιάσω όμως μόνο σε ένα, αυτό που κυριολεκτικά μονοπώλησε το ενδιαφέρον όλων μας, τουλάχιστον κατά την τελευταία 3ετία: την «ανάπτυξη δεσμών με τη χώρα»!

«Είναι το ιδανικότερο εργαλείο για την απόρριψη της αίτησης του αλλοδαπού», μου είπε πρόσφατα φίλος, υπάλληλος Διεύθυνσης Αλλοδαπών & Μετανάστευσης. Τι σημασία έχει άλλωστε που η ερμηνευτική κατεύθυνση ορίζει ότι “η έννοια των ισχυρών δεσμών με τη χώρα δεν κρίνεται σύμφωνα με τα κατ’ έτος έγγραφα, αλλά σύμφωνα με την αρχή της χρηστής διοίκησης, καθώς και τους κανόνες της κοινής πείρας” αλλά και ότι “σε κάθε περίπτωση, οι αρμόδιες υπηρεσίες καλούνται να συνεκτιμούν το σύνολο των στοιχείων του φακέλου και να αξιολογούν αναλόγως την ύπαρξη δεσμών με τη χώρα”, όταν δεν υπάρχει καν κοινή λογική; Πέραν λοιπόν του εντελώς οφθαλμοφανούς, η διαπίστωση της ανάπτυξης ‘δεσμών’ καταλήγει συνήθως σε αρνητική κρίση, περνώντας από ‘δύσβατα μονοπάτια’: η απαρίθμηση των αποδεικτικών εγγράφων γίνεται από ενδεικτική περιοριστική, τα έγγραφα μάλιστα αυτά ‘αξιολογούνται’ – θετικά ή αρνητικά – σύμφωνα με τις επιθυμίες ή ακόμη και τη διάθεση κάθε υπαλλήλου, ενώ σειρά παράλογων απαιτήσεων έρχεται «να συμπληρώσει το παζλ»: «ο παρατύπως διαμένων αλλοδαπός οφείλει να διαθέτει μισθωτήριο συμβόλαιο για να υποβάλλει αίτηση χορήγησης άδειας διαμονής για εξαιρετικούς λόγους», «ο συστηματικός εμβολιασμός και η φοίτηση του ανήλικου παιδιού σε ελληνικό σχολείο δεν αποδεικνύει ότι αυτό ζει με τους γονείς του – ειδικά με τη μητέρα του – στη χώρα», «η 12ετής φοίτηση σε ελληνικό σχολείο δεν αποτελεί τεκμήριο ύπαρξης δεσμών ώστε να χορηγηθεί άδεια διαμονής 2ης γενιάς, αν δε συμπληρωθεί στη συνέχεια με ένα λογαριασμό ΔΕΗ»! Και τέλος «η μη διακοπή της διαμονής του αλλοδαπού στη χώρα για χρονικό διάστημα πέραν της διετίας», ‘προϋπόθεση’ που δεν αναφέρεται σε καμία διάταξη, για να αφήσει τελικά εκτός νομιμοποίησης χιλιάδες ανθρώπους που έζησαν, εργάστηκαν, ασφαλίστηκαν και εν γένει εντάχθηκαν στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας, όταν ο μίζερος έλεγχος σφραγίδων εισόδου – εξόδου αποβαίνει σε βάρος της ίδιας της πραγματικότητας.

Κύριε Υπουργέ, δώστε επιτέλους λύση: αναγνωρίστε ως τεκμήριο ύπαρξης δεσμών την προηγούμενη διαμονή των αλλοδαπών στην Ελλάδα για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, χωρίς περαιτέρω προϋποθέσεις και κωλύματα!

Πριν κλείσω το σημερινό χαιρετισμό μου, οφείλω να διευκρινίσω ότι, όπως ίσως αντιληφθήκατε, η εκδήλωσή μας θα εξετάσει κυρίως ζητήματα του ‘εν στενή εννοία’ Μεταναστευτικού Δικαίου, του ‘Δίκαιο Κατάστασης Αλλοδαπών’, αφήνοντας τις δύο άλλες ενότητες του τρίπτυχου που το αποτελούν – την Ιθαγένεια (η οποία μάλιστα ανήκει στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Εσωτερικών) και τη Διεθνή Προστασία / Προσφυγικό – για εξειδικευμένη συζήτηση στο άμεσο μέλλον. Θα μου επιτρέψετε όμως δύο σύντομα σχόλια:

– Η κατάσταση που επικρατεί στις διαδικασίες χορήγησης ελληνικής ιθαγένειας δεν αποτιμάται θετικά. Διαπιστώνονται καθυστερήσεις και ‘εκτός νόμου’ εμπόδια για τις κατηγορίες γέννησης – φοίτησης, ακόμη πιο μεγάλες καθυστερήσεις αλλά και συχνά απαράδεκτη αντιμετώπιση από τις Επιτροπές για την πολιτογράφηση. Με ικανοποίηση είδαμε την παρέμβαση του ίδιου του Πρωθυπουργού, υπάρχουν όμως επιφυλάξεις για την υλοποίηση των εντολών του από τον Υπουργό Εσωτερικών και τον Ειδικό Τομεακό Γραμματέα. Ας συνειδητοποιήσουμε κάποτε ότι ειδικά αυτό το ζήτημα απαιτεί μία πραγματικά υπεύθυνη στάση της πολιτείας, αφού αναφερόμαστε σε εν δυνάμει έλληνες πολίτες, με ό, τι αυτό συνεπάγεται.

– Φτάνοντας αισίως στα 3 χρόνια από την έναρξη της προσφυγικής κρίσης, οφείλουμε να συμφωνήσουμε έστω στα αυτονόητα: ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης όσων φιλοξενούνται στη χώρα μας, προγράμματα εκπαίδευσης για τους ανήλικους, άμεση ενίσχυση της υπηρεσίας ασύλου, πίεση στους ευρωπαίους εταίρους μας για επιτάχυνση της μετεγκατάστασης. Μας λείπει όμως ένας ρεαλιστικός σχεδιασμός, χωρίς ακρότητες και ιδεοληψίες, κύριε Υπουργέ. Και δεν είναι ακόμη αργά!

Κλείνοντας, θα ήθελα να αναφερθώ – ευχαριστώντας τους ταυτόχρονα – τόσο στους δύο ‘ειδικούς’ εισηγητές του αποψινού πάνελ, τον Αστυνόμο Κώστα Ρούλια και τον Προϊστάμενο Γιώργο Ματσαρίδη, όσο και στην τιμώμενη από την Ένωσή μας υπηρεσία, τη Διεύθυνση Αλλοδαπών Θεσσαλονίκης. Οι επιλογές, φυσικά, δεν έγιναν τυχαία: γνωρίζουμε «από πρώτο χέρι» την επάρκεια και τη συνολική προσφορά τους εδώ και χρόνια, αναγνωρίζουμε όμως και το πραγματικό ενδιαφέρον τους για το αντικείμενο που υπηρετούν. Κι αυτό, για όλους εμάς στην IMMIGRATIO, ίσως και για όλους εσάς που μας τιμάτε σήμερα με την παρουσία σας, είναι το σημαντικότερο!

Σας ευχαριστώ