Αποφάσεις επιστροφής παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο των Βρυξελλών της 4ης και 5ης Νοεμβρίου 2004 ζήτησε την καθιέρωση μιας αποτελεσματικής πολιτικής απομάκρυνσης και επαναπατρισμού υπηκόων τρίτων χωρών, με βάση κοινούς κανόνες, ώστε να επιστρέφουν με ανθρώπινους όρους και με πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειάς τους.

Ζητήθηκε να θεσπισθούν σαφείς, διαφανείς και δίκαιοι κανόνες για τη χάραξη μιας αποτελεσματικής πολιτικής περί επιστροφής τους, απαραίτητο στοιχείο για την καλή διαχείριση της μεταναστευτικής πολιτικής.

Η οδηγία 2008/115 ΕΚ σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών” θεσπίζει ένα οριζόντιο σύνολο κανόνων που θα εφαρμόζονται σε όλους τους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τις προϋποθέσεις εισόδου, παραμονής ή διαμονής σε ένα κράτος μέλος.

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεριμνούν ώστε η παύση της παράνομης παραμονής υπηκόων τρίτων χωρών να διενεργείται με δίκαιη και διαφανή διαδικασία.

Οι αποφάσεις δυνάμει της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να λαμβάνονται κατά περίπτωση και να βασίζονται σε αντικειμενικά κριτήρια που να συνεπάγονται ότι η εκτίμηση θα πρέπει να υπερβαίνει το απλό γεγονός της παράνομης διαμονής.

Το Ελληνικό Κράτος ψήφισε το Ν 3907/2011 και συγκεκριμένα τα άρθρα 16 έως 41 με σκοπό την προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της προαναφερόμενης Οδηγίας

Βασική αρχή της διαδικασίας αυτής συνιστά η παραδοχή ότι για κάθε παράνομα διαμένοντα υπήκοο τρίτης χώρας θα πρέπει να εκδοθεί «απόφαση επιστροφής», ενώ προτεραιότητα πρέπει να δίνεται στην εκούσια επιστροφή, ιδίως όταν αφορά πρόσωπα με προηγούμενη νόμιμη διαμονή.

Απόφαση Επιστροφής

Ως «απόφαση επιστροφής» ορίζεται η διοικητική πράξη με την οποία κηρύσσεται ως παράνομη η παραμονή υπηκόου τρίτης χώρας (σε περίπτωση απόρριψης αιτήματος χορήγησης ή ανανέωσης τίτλου διαμονής, καθώς και σε περίπτωση ανάκλησης ισχύοντος τίτλου διαμονής) και του επιβάλλεται η υποχρέωση επιστροφής:

  1. στη χώρα καταγωγής του ή

  2. σε χώρα διέλευσης, σύμφωνα με κοινοτικές ή διμερείς συμφωνίες επανεισδοχής ή άλλες ρυθμίσεις ή

  3. σε άλλη τρίτη χώρα, στην οποία αποφασίζει εθελοντικά να επιστρέψει και στην οποία γίνεται δεκτός.

Η επιστροφή του παρανόμως διαμένοντος υπηκόου τρίτης χώρας πραγματοποιείται σε δύο στάδια:

  • είτε με την οικειοθελή συμμόρφωσή του, κατά την οποία τηρείται η υποχρέωση επιστροφής εντός της προθεσμίας που ορίζεται για το σκοπό αυτό στην οικεία απόφαση επιστροφής,

  • είτε, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης εντός της προθεσμίας οικειοθελούς αναχώρησης, με την εκτέλεση της απόφασης επιστροφής με αναγκαστική απομάκρυνση.

Η απομάκρυνση αποτελεί την υλική ενέργεια της απόφασης επιστροφής, και συνίσταται στην φυσική μεταφορά του υπηκόου τρίτης χώρας εκτός ελληνικής επικράτειας, εφόσον ο ενδιαφερόμενος δεν επιστρέφει οικειοθελώς.

Οι αποφάσεις επιστροφής εκδίδονται από το κατά περίπτωση αρμόδιο όργανο, ήτοι:

  • τις Δ/νσεις Αλλοδαπών και Μετανάστευσης των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων της χώρας ή τη Δ/νση Μεταναστευτικής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, στις περιπτώσεις που οι υπήκοοι τρίτων χωρών, δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής

  • τις αστυνομικές αρχές, σε περιπτώσεις που η απόφαση απόρριψης ή ανάκλησης τίτλου

  • διαμονής εκδίδεται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, καθώς και στις περιπτώσεις παράνομης παραμονής.

Εκδίδονται απoφάσεις επιστροφής για υπήκοο τρίτης χώρας αποκλειστικά και μόνο, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

  • απόρριψης αιτήματος για αρχική χορήγηση άδειας διαμονής

  • απόρριψης αιτήματος για ανανέωση άδειας διαμονής

  • ανάκλησης εκδοθείσας άδειας διαμονής

  • απόρριψης αιτήματος λόγω μη εμπρόθεσμης υποβολής από τον υπήκοο τρίτης χώρας αιτήματος ανανέωσης της άδειας διαμονής του.

Σε κάθε περίπτωση, κατά την έκδοση της απόφασης θα πρέπει να λαμβάνεται δεόντως υπόψη:

  1. το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού,

  2. η οικογενειακή ζωή,

  3. η κατάσταση της υγείας του συγκεκριμένου υπηκόου τρίτης χώρας και η τήρηση της αρχής της μη επαναπροώθησης.

Απαγορεύεται η έκδοση απόφασης επιστροφής εφόσον πρόκειται για υπήκοο τρίτης χώρας που ανήκει σε μία από τις κατωτέρω κατηγορίες:

  1. είναι ανήλικος και οι γονείς ή τα πρόσωπα που έχουν την επιμέλεια του διαμένουν νόμιμα στην Ελλάδα.

  2. είναι γονέας ημεδαπού ανηλίκου και έχει την επιμέλεια ή έχει υποχρέωση διατροφής, την οποία εκπληρώνει.

  3. έχει υπερβεί το 80ό έτος της ηλικίας του.

  4. είναι ανήλικος στον οποίο έχουν επιβληθεί αναμορφωτικά μέτρα με απόφαση του Δικαστηρίου Ανηλίκων

  5. οι έγκυες γυναίκες κατά τη διάρκεια της κύησης και για έξι μήνες μετά τον τοκετό.

  6. διαπιστώνεται η ομογενειακή του ιδιότητα

Επισημαίνεται ότι δεν απαγορεύεται η επιστροφή του υπηκόου τρίτης χώρας στις ανωτέρω περιπτώσεις β, γ και στ, όταν αυτός είναι επικίνδυνος για τη δημόσια τάξη ή την εθνική ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία.

Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να μην εκδίδουν απόφαση επιστροφής για υπήκοο τρίτης χώρας, ο οποίος διαμένει παράνομα στην ελληνική επικράτεια, εφόσον άλλο κράτος- μέλος αναλαμβάνει τον εν λόγω υπήκοο δυνάμει διμερών συμφωνιών ή διευθετήσεων που ισχύουν κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ (13.1.2009).

Οι αρμόδιες υπηρεσίες δεν εκδίδουν απόφαση επιστροφής σε υπήκοο τρίτης χώρας όταν:

α) έχει καταθέσει εμπρόθεσμα αίτηση χορήγησης ή ανανέωσης άδειας διαμονής με όλα τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και έχει λάβει τη βεβαίωση που προβλέπεται από το άρθρο 11 παρ.4 του Ν. 3386/2005 ή από άλλη ανάλογη ειδική διάταξη, έως ότου το αίτημα του κριθεί

οριστικά, πλην των περιπτώσεων που κατά το ανωτέρω διάστημα, συντρέξουν λόγοι δημόσιας τάξης και ασφάλειας. Στην περίπτωση αυτή, θα εκδίδεται απόφαση απόρριψης του σχετικού αιτήματος και απόφαση επιστροφής.

Εάν υφίσταται κράτηση του υπηκόου τρίτης χώρας, λόγω κινδύνου διαφυγής ή λόγων εθνικής ασφάλειας, η απόφαση ανάκλησης της άδειας διαμονής ή απόρριψης αιτήματος για χορήγηση ή ανανέωση άδειας διαμονής και η απόφαση επιστροφής εκδίδονται πάραυτα, και πάντως όχι αργότερα από την επόμενη της λήψης του σχετικού σήματος, εργάσιμη ημέρα,αφού προηγουμένως σταθμιστεί, από την υπηρεσία μας, εάν οι λόγοι που αναφέρονται στο σχετικό σήμα της αστυνομικής αρχής, καθιστούν τον υπήκοο τρίτης χώρας, επικίνδυνο για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια της χώρας. ( κατ’ εφαρμογή του άρθ 10 του ν. 3386/2005 και της αριθ. 30/2007 εγκυκλίου)

β) έχει εκδοθεί προσωρινή διαταγή ή απόφαση διοικητικού πρωτοδικείου για την αναστολή της εκτέλεσης διοικητικής πράξης που αφορά την απόρριψη αιτήματος έκδοσης ή ανανέωσης άδειας διαμονής ή την ανάκληση άδειας διαμονής, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, έως την έκδοση της δικαστικής απόφασης.

Σε κάθε στάδιο της διαδικασίας επιστροφής, οι οικείες υπηρεσίες Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, υποχρεούνται να ενημερώνουν τις αρμόδιες αστυνομικές αρχές και πιο συγκεκριμένα:

  • Να καταχωρούν άμεσα την απόφαση απόρριψης αιτήματος χορήγησης ή ανανέωσης άδειας διαμονής ή την ανάκληση εκδοθείσας

  • Να καταχωρούν αμελλητί την αίτηση παράτασης της προθεσμίας οικειοθελούς αναχώρησης ·

  • Να καταχωρούν άμεσα την χορήγηση παράτασης της προθεσμίας οικειοθελούς αναχώρησης

  • Να καταχωρούν άμεσα την ανάκληση της πράξης σε περίπτωση αποδοχής αίτησης θεραπείας.

Επιπλέον, έχουν την υποχρέωση, εντός τριών (3) ημερών, να ενημερώσουν εγγράφως την αρμόδια αστυνομική αρχή, προκειμένου να ενεργοποιηθεί η διαδικασία της απομάκρυνσης του αλλοδαπού από τη χώρα, σε περιπτώσεις που:

· παρήλθε η προθεσμία οικειοθελούς αναχώρησης

· υφίσταται αδυναμία επίδοσης της απόφασης στον ενδιαφερόμενο υπήκοο τρίτης χώρας.

Η προθεσμία της οικειοθελούς αναχώρησης, όπως προαναφέρθηκε, αρχίζει:

  • από την επίδοση της σχετικής απόφασης ή

  • από την ημερομηνία αποδεδειγμένης ειδοποίησης του ενδιαφερόμενου να προσέλθει να την παραλάβει, σε περίπτωση που αρνείται να προσέλθει ή

  • μετά την πάροδο διμήνου από της εκδόσεως της σχετικής απόφασης σε περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος δεν βρίσκεται, παρότι έγινε επανειλημμένως προσπάθεια με βάση τα δηλωθέντα από τον ίδιο στοιχεία επικοινωνίας.

Εάν κατά την προσέλευση του ενδιαφερομένου, έχει παρέλθει η ημερομηνία λήξης της προθεσμίας οικειοθελούς αναχώρησης, γεγονός που σημαίνει ότι ο ενδιαφερόμενος τελεί υπό απομάκρυνση και ως εκ τούτου έχει καταστεί μη νόμιμα διαμένων, χορηγείται ενημερωτικό έγγραφο με το οποίο η υπηρεσία γνωρίζει στον ενδιαφερόμενο ότι έχει εκδοθεί απορριπτική ή ανακλητική απόφαση με ενσωματωμένη απόφαση επιστροφής, έχει παρέλθει η προθεσμία οικειοθελούς αναχώρησης και κάθε νόμιμης προθεσμίας επίδοσης και των νομίμων συνεπειών αυτής.

Κατά συνέπεια, η ενημέρωση της αρμόδιας αστυνομικής αρχής για τη λήψη μέτρου απομάκρυνσης, λόγω παρέλευσης της προθεσμίας οικειοθελούς αναχώρησης, θα πρέπει, κατά περίπτωση, να διενεργείται, μετά από:

  • την παρέλευση του διαστήματος της ταχθείσας προθεσμίας οικειοθελούς αναχώρησης σε περιπτώσεις που η απόφαση έχει εγκαίρως επιδοθεί.

  • την παρέλευση του διαστήματος της ταχθείσας προθεσμίας μετά την ημερομηνία που αποδεδειγμένα ο υπήκοος τρίτης χώρας ειδοποιήθηκε για την παραλαβή της απόφασης

  • την πάροδο διμήνου από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης, σε περιπτώσεις που ο υπήκοος τρίτης χώρας δεν βρίσκεται, παρότι έγινε επανειλημμένως προσπάθεια με βάση τα δηλωθέντα από τον ίδιο στοιχεία επικοινωνίας.

Παράταση προθεσμίας οικειοθελούς αναχώρησης

Δίνεται η δυνατότητα στις οικείες υπηρεσίες αλλοδαπών και μετανάστευσης να παρατείνουν με αιτιολογημένη απόφασή τους, την προθεσμία οικειοθελούς αναχώρησης του υπηκόου τρίτης χώρας για κατάλληλο χρονικό διάστημα, το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα (1) έτος. Προκειμένου οι αρμόδιες υπηρεσίες να εξετάσουν τη δυνατότητα αυτή, θα πρέπει ο υπήκοος τρίτης χώρας να υποβάλει σχετική αίτηση, πριν τη λήξη της αρχικής προθεσμίας οικειοθελούς αναχώρησης.

Στην περίπτωση που η υπηρεσία αποφανθεί θετικά και χορηγήσει παράταση της εν λόγω

προθεσμίας, αυτό θα πρέπει να γίνεται μόνο για τη διευθέτηση εκκρεμών υποχρεώσεων του υπηκόου τρίτης χώρας που απορρέουν από τις περιστάσεις, ενόψει της αναχώρησής του από την Ελλάδα.

Συνεπώς, προτού ληφθεί η σχετική απόφαση, η υπηρεσία θα πρέπει να εξετάσει και να σταθμίσει, κατά περίπτωση, τις ειδικές περιστάσεις που ενδεχομένως συντρέχουν και για τις οποίες ο υπήκοος τρίτης χώρας αιτείται την παράταση της προθεσμίας οικειοθελούς αναχώρησης και ιδίως:

  • το διάστημα διαμονής του υπηκόου τρίτης χώρας στην Ελλάδα,

  • την φοίτηση των τέκνων αυτού σε σχολείο

  • την ύπαρξη άλλων οικογενειακών και κοινωνικών δεσμών

  • τη συμμετοχή σε πρόγραμμα προετοιμασίας, εκπαιδευτικής ή άλλης, για την επιστροφή σε χώρα προέλευσης

Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι τέτοιες περιστάσεις μπορεί να είναι οι διαδικασίες που απαιτούνται για την παύση λειτουργίας μίας επιχείρησης (άρθρο 25 παρ. 4 του ν. 3386/2005, όπως ισχύει), η ολοκλήρωση της σχολικής χρονιάς, εφόσον υπάρχουν τέκνα που φοιτούν στην εκπαίδευση κ.ά.

Στην περίπτωση αυτή, θα εκδίδεται σχετική τροποποιητική απόφαση, μόνο ως προς το μέρος που αφορά το χρονικό διάστημα οικειοθελούς αναχώρησης.

Η απόφαση επιστροφής παρέχει, κατά το χρονικό διάστημα της προθεσμίας οικειοθελούς αναχώρησης, προσωρινό δικαίωμα νόμιμης διαμονής στην Ελλάδα και δικαίωμα πρόσβασης στην εργασία, εφόσον αυτό προβλεπόταν από την άδεια διαμονής που ο υπήκοος τρίτης χώρας κατείχε, τηρουμένων των σχετικών διατάξεων της εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας.

Επισημαίνεται ότι κατά τη διάρκεια της παράτασης της προθεσμίας της οικειοθελούς αναχώρησης ο υπήκοος τρίτης χώρας δεν έχει δικαίωμα πρόσβασης σε προγράμματα κοινωνικής ένταξης, ενώ το ως άνω χρονικό διάστημα δεν μπορεί να συνυπολογιστεί στην περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του Ν. 3838/2010 (ΦΕΚ 49 Α`) περί πρόσβασης στην ελληνική ιθαγένεια.

Προβλήματα κατά την εφαρμογή των νομοθετικών ρυθμίσεων

Κατά την εφαρμογή των ανωτέρω ρυθμίσεων το συνηθέστερο αίτημα που διατυπώνεται τόσο γραπτά, δια των αιτήσεων θεραπείας, όσο και προφορικά από τους ενδιαφερόμενους υπηκόους τρίτων χωρών, αλλά και τους συνηγόρους τους, είναι η σύντομη παράταση της προθεσμίας αναχώρησης που χορηγεί η υπηρεσία μας.

Θα επιθυμούσα στο σημείο αυτό να τονίσω ότι η χορήγηση παράτασης προθεσμίας, όπως ρητά αναφέρει και η εφαρμοζόμενη οδηγία, αποτελεί εξαιρετική ρύθμιση. Συγκεκριμένα ορίζεται ότι: “παράταση προθεσμίας θα πρέπει να προβλέπεται όταν κρίνεται απαραίτητη λόγω των ιδιαιτέρων συνθηκών μίας συγκεκριμένης περίπτωσης”. Συνεπώς, η παράταση χορηγείται σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν συντρέχουν ιδιαίτερες συνθήκες. Όπως όμως υποθέτω γνωρίζουν οι περισσότεροι των παρεβρισκομένων η υπηρεσία μας χορηγεί παράταση οικειοθελούς αναχώρησης, συνήθως τρίμηνης διάρκειας, όχι σε ορισμένες ειδικές περιπτώσεις, όπως προβλέπει ρητά ο νόμος, αλλά αντίθετα στις περισσότερες περιπτώσεις, εξαντλώντας κατ’ αυτό τον τρόπο, τα περιθώρια που ενμπεριέχει και παρέχει η έννοια της χρηστής διοίκησης.

Ένα δεύτερο σημείο το οποίο προβλημάτισε ιδιαίτερα την υπηρεσία μας, κατά την εφαρμογή των υπό συζήτηση διατάξεων, αποτελεί η εγκ. 41 /2011 που εξέδωσε το Υπουργείο Εσωτερικών. Συγκεκριμένα, η εν λόγω εγκύκλιος αναφέρει, και στο σημείο αυτό σας τη μεταφέρω αυτολεξεί “ότι σε περίπτωση παρόδου της ημερομηνίας λήξης της προθεσμίας οικ. αναχώρησης χορηγείται ενημερωτικό έγγραφο με το οποίο η υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αποκ. Διοίκησης γνωρίζει στον ενδιαφερόμενο ότι έχει εκδοθεί απορριπτική ή ανακλητική απόφαση με ενσωματωμένη απόφαση επιστροφής, έχει παρέλθει και κάθε νόμιμη προθεσμία επίδοσης και των νόμιμων συνεπειών αυτής”.

Η πρώτη και άμεση αντίδραση της υπηρεσίας στην εν λόγω εγκύκλιο ήταν η αποστολή του υπ’ αριθμ. πρωτ. 343/28.06.2012 εγγράφου, μόλις εννέα ημέρες μετά την έκδοσή της, με το οποίο επισημάναμε στο Υπουργείο Εσωτερικών ότι τίθεται θέμα παραβίασης θεμελιώδους διοικητικής αρχής, σύμφωνα με την οποία ο διοικούμενος έχει το δικαίωμα να προσβάλλει δυσμενή απόφαση της διοίκησης που αφορά το άτομό του. Δυστυχώς δεν λάβαμε καμία απάντηση στο ερώτημά μας. Για το λόγο αυτό και επιθυμώντας την νόμιμη και δίκαιη διευθέτηση του ζητήματος, μόλις προσκομίσθηκε στην υπηρεσία μας η πρώτη εισαγγελική εντολή, βάσει της οποίας υποχρεούμασταν να χορηγήσουμε αντίγραφο της απορριπτικής μας απόφασης, προβήκαμε στην διατύπωση αιτήματος ενώπιον του Εισαγγελέα που χορήγησε την εντολή, με περιεχόμενο την ανάκληση αυτής επικαλούμενοι την υποχρέωση συμμόρφωσής μας στην εν λόγω εγκύκλιο λόγω έκδοσής της από την προϊσταμένη προς την υπηρεσία μας αρχή. Με τον τρόπο αυτό επιδιώκαμε την ρύθμιση του ανακύψαντος ζητήματος με τον ορθότερο και νομιμότερο τρόπο. Το υπουργείο κατόπιν των ανωτέρω απαίτησε την εφαρμογή της υπ’ αριθμ. 307/2008 γνωμοδότησης του Ν.Σ.Κ., σύμφωνα με την οποία επιβάλλεται ειδική μνεία επί των εισαγγελικών εντολών ότι ελήφθη υπόψη το άρθρο 84 του Ν. 3386/2005, που καθιδρύει υποχρέωση των δημοσίων υπηρεσιών, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α να μην παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δεν αποδεικνύουν ότι διαμένουν νόμιμα στη χώρα. Όπως γνωρίζετε η υπηρεσία μας σήμερα εφαρμόζει αυτή τη διαδικασία και θεωρεί ότι πραγματικά έπραξε ό,τι μπορούσε προκειμένου να διασφαλιστεί αφενός η συμμόρφωσή της, ως οφείλει, στην ανωτέρω εγκύκλιο, αλλά και η τήρηση των απαιτούμενων εχέγγυων νομιμότητας.

Κατόπιν όλων των παραπάνω πιστεύω ότι η παύση της της παράνομης παραμονής υπηκόων τρίτων χωρών διενεργείται με δίκαιη και διαφανή διαδικασία με σεβασμό των δικαιωμάτων τους και της αξιοπρέπειας τους.

Η Προϊσταμένη του Τμήματος Ελέγχου
της Δ/νσης Αλλοδαπών και Μετανάστευσης
της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας- Θράκης

Ουρανία Καραξάνη