Γ. Παντής: «Έπρεπε να πείσουμε και τους πρόσφυγες για τα σχολεία…»

Το ζήτημα του προσφυγικού έχει τόσο πολλές πλευρές, λεπτομέρειες και πτυχές, που κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος ότι τις γνωρίζει όλες. Άλλη είναι η αλήθεια των εμπλεκομένων παραγόντων των υπουργείων, άλλη των εθελοντών, άλλη των στρατιωτικών που εργάζονται στα κέντρα φιλοξενίας, άλλη ημών των θεατών, άλλη εκείνη των προσφύγων. «Ξέρετε, έπρεπε να πείσουμε και τους πρόσφυγες να υπογράψουν, προκειμένου να μεταφέρονται τα παιδιά τους έξω από τα κέντρα και να πηγαίνουν στο σχολείο», λέει στη «ΜτΚ» ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Παιδείας Γιάννης Παντής, δίνοντας μία νέα διάσταση στο πολύκροτο θέμα των ημερών.
Δεν ήταν καθόλου εύκολο το έργο που είχε αναλάβει ο κ. Παντής. Έπρεπε να βρει μία λύση για την εκπαίδευση των προσφυγόπουλων, να βρει τη μέθοδο και τα χρήματα, να αλλάξει το νομικό πλαίσιο, να αποσπάσει συναινέσεις, να καταστείλει αντιδράσεις, να δει τα παιδιά να μπαίνουν στα σχολεία. «Το σχέδιό μας ήταν για 1.500 παιδιά προσφύγων. Τελικά πήγαν στα σχολεία περίπου 1.000 και φτιάχνουμε μία κεντρική δομή, προκειμένου να υπάρχει μόνιμη διέξοδος στο ζήτημα της εκπαίδευσης των προσφυγόπουλων». Παραδέχεται τις καθυστερήσεις και μάλιστα μία μη αναμενόμενη ήταν το να δεχτούν οι πρόσφυγες να υπογράψουν, ώστε να βγαίνουν τα παιδιά από τα κέντρα φιλοξενίας. «Αυτό μας πήρε περισσότερο χρόνο απ’ όσο φανταζόμασταν. Είναι ένα έγγραφο που κυκλοφόρησε σε πέντε διαφορετικές γλώσσες και έπρεπε όλοι οι γονείς να πειστούν να υπογράψουν στη δική τους. Είμαι πολύ υπερήφανος πάντως, γιατί η δομή που δημιουργούμε παρουσιάστηκε πρόσφατα σε δύο σχετικές με το προσφυγικό συναντήσεις στο εξωτερικό ως ‘καλή πρακτική’. Δουλέψαμε σύμφωνα με τα διεθνή παιδαγωγικά στάνταρντ, με επιστημονική τεκμηρίωση».
Για το πρόγραμμα «εκπαίδευση παιδιών προσφύγων» συστάθηκε την άνοιξη επιστημονική επιτροπή από πανεπιστημιακούς και εξειδικευμένους στο θέμα της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης παιδαγωγούς. Χωρίς μεγάλη δημοσιότητα εκδόθηκε μία πρόταση, ενώ ταυτόχρονα εκπαιδευτικοί ανέλαβαν να καταγράψουν τα παιδιά στους καταυλισμούς και τις ανάγκες τους. «Όλοι δούλεψαν εθελοντικά και έκαναν εξαιρετική δουλειά, αυτό θέλω να το λέω συνεχώς», τονίζει ο κ. Παντής. Το μεγάλο πρόβλημα που έπρεπε να ξεπεραστεί ήταν η αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου. «Δεν υπήρχαν τα νομικά εργαλεία, για να λειτουργήσει η δομή που θέλαμε να φτιάξουμε. Τελικά στις 30 Αυγούστου πέρασε η τροπολογία που ήταν απαραίτητη κι αμέσως μετά μπορούσε να αρχίσει η έκδοση των διοικητικών πράξεων, προκειμένου να στηθεί το σύστημα». Όλος ο Σεπτέμβριος πέρασε με τις διαδικασίες προσλήψεων, ενώ η εξεύρεση χρημάτων ήταν ένας ξεχωριστός βραχνάς. «Πήραμε 7 εκατομμύρια ευρώ από τη γενική γραμματεία ΕΣΠΑ. Αυτό συνεπαγόταν διαδικασίες έγκρισης προγράμματος ένταξης και τεχνικού δελτίου, ενώ στη συνέχεια έπρεπε να βρεθεί άλλη χρηματοδότηση προς το Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης, προκειμένου να αναλάβει τις μετακινήσεις. Κι αυτό απαιτούσε χρόνο». Η αλληλουχία διοικητικών πράξεων ολοκληρώθηκε σε έναν μήνα, ενώ στο μεταξύ είχαν ξεσπάσει οι φασαρίες από γονείς, που αντιδρούσαν στην παρουσία των προσφυγόπουλων στα σχολεία. Κι αυτό το κομμάτι το πήρε επάνω του ο γενικός γραμματέας. Προσπάθησε, κρατώντας χαμηλούς τόνους, να αποκλιμακώσει εντάσεις και να πείσει ότι δεν υπάρχουν κίνδυνοι. Μέχρι στιγμής κατά γενική ομολογία έχει καταφέρει να διατηρεί ισορροπίες και να σβήνει εστίες εντάσεων, αντί να τις δυναμιτίζει.
Είναι χαρακτηριστικό πάντως ότι ο Γιάννης Παντής δεν έχει κακή κουβέντα για κανέναν. Προτιμά να γυρνά τη συζήτηση στη δουλειά και να μην κάνει κανέναν χαρακτηρισμό για τρίτους. «Δεν έχω το χρόνο να ασχοληθώ με όσα γράφονται και λέγονται, δεν είναι αυτή η δουλειά μου». Ίσως γι’ αυτό όμως η κατάσταση εκτροχιάστηκε στο Ωραιόκαστρο και αλλού, επειδή κανείς δεν ενημέρωσε τους πολίτες των περιοχών όπου διαβιώνουν πρόσφυγες. «Μπορεί να έχετε δίκιο. Σας εξηγώ όμως ότι έπρεπε να ξεπεραστούν πάρα πολλές γραφειοκρατικές διαδικασίες, μέχρι να κατασταλάξουμε σε ποιες περιοχές θα στεγαστούν οι δομές». Μιλά με ενθουσιασμό για το πρόγραμμα που εκπονεί το υπουργείο σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων για την εκπαίδευση των προσφύγων. «Αυτό το πρόγραμμα έχει τέσσερα σκέλη: αυτό που ήδη ετοιμάσαμε για τα παιδιά έως 15 ετών, τεχνική εκπαίδευση για άτομα 15-25 ετών, ένα πρόγραμμα για μουσική εκπαίδευση και ένα για αγροτική εκπαίδευση. Να μπορούν να παίρνουν μία πιστοποίηση. Αυτό είναι υποχρέωση της χώρας μας». Αυτή τη στιγμή τα παιδιά που φοιτούν στα δημοτικά έχουν τετράωρο πρόγραμμα, που περιλαμβάνει ελληνικά, αγγλικά ή μία γλώσσα επιλογής τους (από μία λίστα ευρωπαϊκών γλωσσών), μαθηματικά, πληροφορική, καλλιτεχνικά και φυσική αγωγή.

«Δεν είμαι σε καμιά συνιστώσα»
Η καταγωγή του Γιάννη Παντή είναι από τη Ζάκυνθο και βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1975 ως φοιτητής στο Βιολογικό. Υπήρξε συνδικαλιστής στο Ρήγα Φεραίο και ασχολήθηκε με την Οικολογία. Έκανε το διδακτορικό του με τον αείμνηστο Νίκο Σ. Μάργαρη, στον οποίο λέει ότι οφείλει αυτό που έγινε. Ακολούθησε ακαδημαϊκή καριέρα και από το 2009 είναι καθηγητής Οικολογίας στο Βιολογικό του ΑΠΘ. Ήταν από τους ιδρυτές της Οικολογικής Κίνησης Θεσσαλονίκης, ενώ διετέλεσε επί πέντε χρόνια (2000-2005, «επί Σημίτη», όπως λέει) πρόεδρος του Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου. Παρουσίαζε την εκπομπή «Πράσινη Κάρτα» στην ΕΡΤ3. Έγινε μέλος του Συνασπισμού, όταν ιδρύθηκε, και ακολούθως του ΣΥΡΙΖΑ. «Δεν είμαι σε καμιά συνιστώσα, ποτέ δεν ήμουν», τονίζει.
Από το 2010 έως το 2014 διετέλεσε αντιπρύτανης του ΑΠΘ, περίοδος που σημαδεύτηκε από σκανδαλολογία, η οποία κατέπεσε στα δικαστήρια, με την αθώωση του κ. Παντή για τις κατηγορίες που του είχαν αποδοθεί.

 

Δημοσιεύτηκε στην «Μακεδονία» της Κυριακής» στις 16 Οκτωβρίου 2016